Ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή ο Ν. 4800/2021, που αφορά στο ζήτημα της «συνεπιμέλειας» και της άσκησης της γονικής μέριμνας «από κοινού και εξίσου» από τους δύο γονείς, με αποτέλεσμα συχνά εκείνοι να ξιφουλκούν ενώπιον των δικαστηρίων αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου στην περίπτωσή τους. Καταρχήν επιθυμία του νομοθέτη είναι η από κοινού και εξίσου άσκηση της γονικής μέριμνας (άρθρο 1510 εδ. α΄, 1513 εδ. α΄ ΑΚ), αλλά εφόσον αυτό δεν είναι εφικτό λόγω των διαφωνιών των γονέων ή και των βιοτικών συνθηκών, κυρίαρχο κριτήριο του δικαστηρίου για τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας είναι το βέλτιστο συμφέρον και η μικρότερη δυνατή διατάραξη του τρόπου ζωής του ανήλικου.
Άλλωστε, ο νομοθέτης έχει προσδώσει ιδιάζουσα σημασία στην έννοια του «βέλτιστου συμφέροντος» του ανήλικου τέκνου, συνεπώς ο δικαστής, κατά την εφαρμογή του νόμου υποχρεούται να εξετάσει με ποιον τρόπο θα εξυπηρετηθεί αυτό καλύτερα.
Για να υπάρξει μια όσο το δυνατόν ορθή αξιολόγηση των συνθηκών κάθε περίπτωσης, δύναται να προηγηθεί και ιδιαίτερη επικοινωνία του δικαστή με το ανήλικο –εφόσον βρίσκεται σε ηλικία τέτοια ώστε να διαθέτει ωριμότητα σκέψης-σε κάθε δε περίπτωση κρίσιμα στοιχεία αποτελούν η καταλληλότητα του ή των γονέων για την ανάληψη του έργου της διαπαιδαγώγησης και της περίθαλψης του ανήλικου τέκνου, καθώς και οι αναπτυχθέντες μέχρι τότε δεσμοί με τους γονείς και τυχόν αδελφούς του. Για το σκοπό αυτό λαμβάνεται υπόψη ιδίως η προσωπικότητα και η παιδαγωγική καταλληλότητα του κάθε γονέα και συνεκτιμώνται οι συνθήκες κατοικίας και γενικότερα οι βιοτικές συνθήκες αυτών, όπως είναι το ευρύτερο περιβάλλον τους, οι συνθήκες του επαγγέλματός τους, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας και η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης.
Σε πραγματικό – βιωματικό επίπεδο και προκειμένου να διασφαλιστεί το συμφέρον του τέκνου, για να εφαρμοστεί η συνεπιμέλεια, πρέπει αφενός να υπάρχουν κοντινοί τόποι διαμονής των γονέων, ώστε να εξασφαλίζεται η εύκολη και ασφαλής πρόσβαση του παιδιού και στις δύο χωριστές κατοικίες και από αυτές στο σχολείο και τις λοιπές δραστηριότητές του, αφετέρου να τηρούν οι γονείς μεταξύ τους καλές και αρμονικές σχέσεις (ή έστω να διασφαλίζεται ανεκτό επίπεδο συνεννόησης) έτσι ώστε η παράλληλη ύπαρξη δύο κέντρων ζωής του τέκνου να μην αναστατώνει και απορρυθμίζει τη ζωή του ούτε να δημιουργεί σε αυτό ανασφάλεια και ψυχολογική επιβάρυνση, όπως θα συμβαίνει αν βιώνει κλίμα συνεχών εντάσεων και τριβών μεταξύ των γονέων του, καθόσον η εναλλασσόμενη ανατροφή απαιτεί κλίμα συνεννόησης και συνεργασίας μεταξύ των γονέων στις επιλογές και στη διαχείριση του ανήλικου κατά τρόπο παραγωγικό.
Το γραφείο μας έχει πολυετή εμπειρία στο οικογενειακό δίκαιο και συγκεκριμένα στα θέματα επιμέλειας – επικοινωνίας και διατροφής ανήλικων τέκνων, τόσο στις δικαστικές αίθουσες σε όλα τα δικαστικά μέσα και σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας (ασφαλιστικά μέτρα, Πρωτοδικείο, Εφετείο, Άρειος Πάγος) όσο και στην οικογενειακή διαμεσολάβηση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Με την πρόσφατη υπ’ αριθ. 1497/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων- Διατροφές), το δικηγορικό μας γραφείο κατάφερε να απαλλάξει τον εντολέα μας- πατέρα και υπόχρεο προς διατροφή του ενήλικου τέκνου του, από τις υπερβολικές απαιτήσεις του ενήλικου τέκνου του, ώστε τελικά να υποχρεωθεί εκείνος σε καταβολή διατροφής ποσού που αντιστοιχεί μόλις στο 1/5 των μηνιαίων δαπανών που ισχυριζόταν το ενήλικο τέκνο ότι διέθετε σε μηνιαία βάση.
Το δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε την ένσταση διακινδύνευσης ιδίας διατροφής του υπόχρεου- πατέρα, όπως αυτή προβλήθηκε από εμάς, και περιόρισε στα 250 ευρώ τη διατροφή αυτή, δεδομένου ότι ο εντολέας μας- πατέρας και υπόχρεος, πέραν της υποχρέωσης διατροφής του ενήλικου φοιτητή γιου του (που δεν διαθέτει δικά του εισοδήματα ή ακίνητη περιουσία να εκμεταλλευτεί για να προσπορίσει οικονομικό όφελος και δεν δύναται να εργαστεί), διατηρεί ομοίως την υποχρέωση να διατρέφει την ανήλικη κόρη που έχει αποκτήσει από το β΄ γάμο του, να συμμετέχει στις δαπάνες διαβίωσης της νέας οικογένειάς του, ενώ αποδείχθηκε ότι έχει αναλάβει την φροντίδα και στήριξη της χαμηλοσυνταξιούχου μητέρας του.
Άλλωστε, στις περιπτώσεις διατροφής ενήλικου τέκνου είναι σημαντικό να αξιολογούνται τα εισοδήματα όλων των υπόχρεων (συνήθως είναι οι γονείς) και στην συνέχεια να προσδιορίζονται οι ανάγκες του δικαιούχου- τέκνου, δηλαδή δύναται ακόμα και να περιοριστεί το ποσό που αντιστοιχεί στις μηνιαίες δαπάνες, εάν κριθεί ότι δεν μπορούν να καλυφθούν από την συνεισφορά των υπόχρεων. Φυσικά αξιολογείται και η επίδοση του τέκνου και η δυνατότητα που έχει να εργαστεί παράλληλα με τις σπουδές.
Το γραφείο μας έχει πολυετή εμπειρία στο οικογενειακό δίκαιο και συγκεκριμένα στα θέματα τέκνων περί επιμέλειας, συνεπιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής, διατροφής συζύγων, γονέων και ανιόντων καθώς και υιοθεσίας τόσο στις δικαστικές αίθουσες σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας (ασφαλιστικά μέτρα, Πρωτοδικείο, Εφετείο, Άρειος Πάγος) όσο και στην οικογενειακή διαμεσολάβηση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή ο Ν. 4800/2021, που επέφερε αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο, και μεταξύ άλλων, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ζήτημα της «συνεπιμέλειας» και της άσκησης της γονικής μέριμνας «από κοινού και εξίσου», και ποιες οι πρακτικές συνέπειες, στα επιμέρους ζητήματα της συμμετοχής στην ανατροφή και φροντίδα του, της λήψης αποφάσεων στα σημαντικά ζητήματα του τέκνου, της διαμονής και του χρόνου επικοινωνίας με αυτό, αλλά και της διατροφής που οφείλει ο ένας γονέας στον άλλο για τις δαπάνες του ανήλικου τέκνου.
Ο γνώμονας του νομοθέτη για την εισαγωγή των νέων διατάξεων, είναι το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, το οποίο εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του και στην αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει αυτό. Για τον σκοπό αυτό, ο νομοθέτης προχώρησε στην θέσπιση ενός «μαχητού» τεκμηρίου ελάχιστης προσωπικής επικοινωνίας (με φυσική παρουσία) του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο, το οποίο προσδιορίζεται στο 1/3 του συνολικού του χρόνου. Δηλαδή, ο δικαστής με την απόφασή του θα ορίσει μια ελάχιστη βάση χρόνου επικοινωνίας του γονέα με το ανήλικο, όμως αν οι περιστάσεις και το βέλτιστο συμφέρον του τελευταίου το απαιτούν, ο χρόνος αυτός μπορεί είτε να μειωθεί είτε να αυξηθεί. Αντίστοιχα, ο δικαστής θα πρέπει να προσδιορίσει την «βάση αναφοράς» για τον υπολογισμό του χρόνου, δηλαδή αν το 1/3 (ή το μικρότερο/ μεγαλύτερο ποσοστό) του συνολικού χρόνου του τέκνου, θα εκληφθεί στη βάση της εβδομάδας, του μήνα ή του έτους. Ο νόμος στο σημείο αυτό έχει αφήσει ένα κενό, το οποίο καλύπτεται από την ερμηνεία που παρέχει ο δικαστής εκτιμώντας τις ιδιαίτερες κάθε φορά συνθήκες (λ.χ. αν οι γονείς κατοικούν στην ίδια ή σε διαφορετική πόλη, τις σχολικές υποχρεώσεις του τέκνου, την ηλικία του, την εξοικείωση του τέκνου με τον άλλο γονέα κλπ.).
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, προκρίνεται η διευρυμένη επικοινωνία του γονέα με το τέκνο του, την οποία ο γονέας που διαμένει με το ανήλικο οφείλει να διευκολύνει, σε καμία δε περίπτωση, να μην παρεμποδίζει, ενώ ενδέχεται να φθάσουμε μέχρι και το μοντέλο της εναλλασσόμενης κατοικίας, όπου η κατανομή του χρόνου που περνά το τέκνο με τους γονείς του αγγίζει το 50%- 50%. Ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχει ανατεθεί αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας μόνο στον ένα γονέα, αλλά αυτή ασκείται κι από τους δύο «από κοινού και εξίσου», ο χρόνος που περνά το παιδί μαζί με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει, λογίζεται κι αυτός ως χρόνος άσκησης επιμέλειας, καθώς ο γονέας που κατά τα λοιπά ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας με το παιδί του, έχει δικαίωμα να λαμβάνει αποφάσεις γι’ αυτό, είτε μόνος του για θέματα επείγοντα ή εντελώς τρέχοντα της καθημερινότητας και της φροντίδας του, είτε από κοινού με τον άλλο γονέα για τις αθλητικές ή κοινωνικές δραστηριότητες, στις οποίες θα λάβει μέρος, σε ποιο σχολείο θα φοιτήσει, αν θα γίνει ονοματοδοσία κτλ.
Γεγονός είναι ότι η «από κοινού και εξίσου» άσκηση της επιμέλειας, δεν σημαίνει απαραίτητα και ισόχρονη άσκηση της επιμέλειας, όμως ακόμα κι αν το παιδί διαμένει κυρίως με τον ένα γονέα, η επιμέλειά του κάλλιστα μπορεί να ασκείται και από τους δύο, στο πλαίσιο σύμπνοιας και συνεννόησης μεταξύ των γονέων, πάντα με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου. Δεν είναι δε λίγες οι περιπτώσεις που οι γονείς βρίσκουν την ιδανική «φόρμουλα» και κατανέμουν μεταξύ τους τις αρμοδιότητες, ώστε ταυτόχρονα να εξυπηρετούνται οι ανάγκες του τέκνου αλλά και να ασκείται «ισομερώς» η επιμέλεια από τους γονείς (λ.χ. συμμετοχή του ενός γονέα στις αθλητικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, ενώ η φροντίδα σε θέματα υγείας ανατίθεται στον άλλο).
Αυτομάτως, γεννάται το εύλογο ερώτημα αν η υποχρέωση διατροφής του γονέα που δεν διαμένει με το ανήλικο παραμένει στο ακέραιο, όταν τελικά κι αυτός περνά σημαντικό χρόνο με το παιδί του. Με τις τροποποιήσεις που έχουν επέλθει στο οικογενειακό δίκαιο, αναπόφευκτα έχει μεταβληθεί και η παλαιότερη κρατούσα άποψη της νομολογίας, ότι τα έξοδα στα οποία προβαίνει ο γονέας κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του για το παιδί δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της διατροφής. Δηλαδή, ο γονέας με τον οποίο κανονικά δεν διαμένει το παιδί, κι ο οποίος είτε ασκεί την επιμέλεια από κοινού με τον άλλο γονέα είτε είναι μόνο δικαιούχος επικοινωνίας, και περνά με το παιδί το 1/3 (τουλάχιστον) του χρόνου του, υποβάλλεται σε έξοδα διατροφής, ψυχαγωγίας, ένδυσης- υπόδησης και λοιπών καταναλωτικών αγαθών, δραστηριοτήτων κτλ. Θα ήταν ανεπιεικές και αβάσιμο να απαιτηθεί από αυτόν η εκ νέου κάλυψή τους μέσω της υποχρέωσης διατροφής προς τον άλλο γονέα για τις δαπάνες που ήδη έχει καλύψει. Συνεπώς, το ύψος των δαπανών, στις οποίες προβαίνει για το παιδί για όσο χρόνο το έχει μαζί του, θα πρέπει να συνυπολογίζονται στις οικονομικές του δυνάμεις και εν τέλει στον προσδιορισμό της διατροφής σε χρήμα που υποχρεούται να καταβάλλει στον άλλο γονέα ως συνεισφορά στις δαπάνες του τέκνου. Σε μια τέτοια περίπτωση, κινδυνεύει ο τελευταίος να κατηγορηθεί ότι πλουτίζει σε βάρος του πρώτου! Αντίστοιχα, μπορεί να μειωθεί η συμβολή του γονέα που διαμένει με το ανήλικο (είθισται να είναι η μητέρα αυτή που προσφέρει την προσωπική της εργασία), αφού καταλήγει να φροντίζει κι αυτός ο γονέας να καλύπτει κατά την αναλογία των οικονομικών δυνάμεών του τις διατροφικές ανάγκες του ανήλικου σε χρήμα.
Σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι μετά την νομοθετική τροποποίηση του οικογενειακού δικαίου, ανοίγει ο δρόμος στους γονείς που δεν διαμένουν με τα τέκνα τους και ήδη έχουν ρυθμίσει τα ευαίσθητα και πρακτικά αυτά ζητήματα υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, να διεκδικήσουν την διεύρυνση του χρόνου επικοινωνίας με τα ανήλικα τέκνα τους, αλλά και την ανάθεση της άσκησης της επιμέλειας, πράγμα που θα έχει αντίκτυπο και στην υποχρέωση διατροφής. Σε περίπτωση δε διαφωνιών μεταξύ των γονέων, προβλέπεται η προσφυγή σε διαμεσολάβηση, ώστε συμβιβαστικά να εξευρεθεί λύση, προτού η υπόθεση καταλήξει στις δικαστικές αίθουσες.
Το γραφείο μας έχει πολυετή εμπειρία στο οικογενειακό δίκαιο και συγκεκριμένα στα θέματα επιμέλειας – επικοινωνίας και διατροφής ανήλικων τέκνων, τόσο στις δικαστικές αίθουσες σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας (ασφαλιστικά μέτρα, Πρωτοδικείο, Εφετείο, Άρειος Πάγος) όσο και στην οικογενειακή διαμεσολάβηση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 2108811903, 6932455478.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η υπ’ αρ. 768/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου …, το οποίο δικάζοντας κατά τη διαδικασία των Ασφαλιστικών Μέτρων απέρριψε το αίτημα του πατέρα κατά της εντολέως μας να ανατεθεί σε αυτόν η αποκλειστική άσκηση της γονικής μέριμνας, άλλως της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους και να διαταχθεί η μετοίκηση του παιδιού στην πόλη της … που ζητούσε ο πατέρας να ορισθεί ως τόπος κατοικίας του παιδιού, δηλαδή εκεί όπου κατοικεί και εδράζεται ο ίδιος ως μεγαλογιατρός. Σημειωτέον ότι την αίτηση αυτή άσκησε ο πατέρας όταν ευνοήθηκε από την Εισαγγελία του τόπου κατοικίας του με απαλλακτικό βούλευμα Πλημμελειοδικών που τον απάλλαξε από κατηγορίες κακοποίησης ανηλίκου τέκνου, χωρίς να λαμβάνει υπόψη εκθέσεις πραγματογνωμόνων που αποδείκνυαν την ενοχή του.
Κατά την συζήτηση της υπόθεσης των Ασφαλιστικών Μέτρων, το ανήλικο κατοικούσε μαζί με την ασκούσα εν τοις πράγμασι την επιμέλεια μητέρα του στην Αθήνα, όπου εκείνη κατέφυγε για να γλιτώσει το παιδί από τον πατέρα, ενώ παράλληλα κίνησε τις σχετικές νομικές ενέργειες. Η μητέρα ξεκινώντας από το μηδέν, κοινωνικά και επαγγελματικά στην Αθήνα, προσπάθησε με τη βοήθεια της πατρικής οικογένειάς της να εξασφαλίσει ένα υγιές και ασφαλές περιβάλλον για το τέκνο της, επιτυγχάνοντας αυτό σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Ο αντίδικος πατέρας, μετά την έκδοση απαλλακτικού βουλεύματος επί των κατηγοριών της μητέρας επεδίωξε να αναλάβει μόνος του την γονική μέριμνα και επιμέλεια του ανήλικου τέκνου, σπιλώνοντας την υπόληψη της μητέρας με αήθεις χαρακτηρισμούς και στρεβλούς ισχυρισμούς, καθώς και την ικανότητά της να φροντίζει η ίδια το τέκνο τους.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η μητέρα είχε ενεργήσει τα δέοντα για την απομάκρυνση του παιδιού από τον πατέρα και τις κακοποιητικές σεξουαλικές διαθεσεις του ακόμα κι αν αυτός απαλλάχθηκε τελικά με βούλευμα από τις κατηγορίες! και στη συνέχεια προχώρησε στην εξέταση της ουσιαστικής βασιμότητας των αιτημάτων του πατέρα, αυτών της ανάθεσης της γονικής μέριμνας και της αποκλειστικής άσκησης της επιμέλειας του ανηλίκου στον πατέρα και του ορισμού ως τόπου κατοικίας του παιδιού στην πόλη της …., τα απέρριψε όλα ως αβάσιμα, καθώς πιθανολόγησε ότι η μητέρα καλώς κινήθηκε εναντίον του πατέρα για να προστατέψει το παιδί, ενώ και οι συνθήκες διαβίωσης του ανηλίκου στην οικία της μητέρας στην Αθήνα είναι σωστές, υπάρχει δε υποστηρικτικό περιβάλλον από συγγενικό πρόσωπο της μητέρας που ζει αντίστοιχα με την οικογένειά της εκεί.
Μάλιστα, κρίθηκε ότι το αληθινό συμφέρον, που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε τέτοιες υποθέσεις, όπως αυτό καθορίζουν οι βιοτικές και ψυχικές ανάγκες του τέκνου, επιβάλλει να παραμείνει το τέκνο στην επιμέλεια της μητέρας του, αφού αποδείχθηκε ότι εκείνη ανταποκρίνεται με επάρκεια στα γονεικά της καθήκοντα, παρά τα όσα αντίθετα ισχυρίστηκε ο αντίδικος πατέρας. Άλλωστε, το ανήλικο ήδη κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης κατοικούσε με την μητέρα του στην Αθήνα επί δύο έτη, πήγαινε σχολείο εκεί και είχε προσαρμοσθεί πλήρως στο οικείο περιβάλλον.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 2108811903, 6932455478.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Κέρκυρας με την υπ’ αρ. 810/2021 απόφασή του έκανε δεκτή αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων πατέρα περί προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης αναφορικά με τον τόπο διαμονής των ανήλικων τέκνων, την επιμέλεια των οποίων είχε η μητέρα.
Πιο συγκεκριμένα, τον Απρίλιο του 2020 είχε προηγηθεί από το ίδιο δικαστήριο απόφαση ασφαλιστικών μέτρων περί προσωρινής ρύθμισης, μεταξύ άλλων, της επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του με την οποία απορρίφθηκαν τόσο το αίτημα της μητέρας να της επιτραπεί να μετοικήσει μαζί με τα ανήλικα τέκνα της στον τόπο καταγωγής της, την Ρουμανία, όσο και το αίτημα του πατέρα να οριστεί ως προσωρινός τόπος διαμονής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων το νησί της Κέρκυρας και να απαγορευτεί προσωρινά η μετοίκησή τους στο εξωτερικό, ως μη νόμιμο.
Ο λόγος απόρριψης των δύο αιτημάτων, σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου τότε, ήταν ότι η άσκηση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων, έστω και προσωρινά, περιλαμβάνει και το δικαίωμα καθορισμού του τόπου διαμονής τους κι ως εκ τούτου δε χρειάζεται παρέμβαση ή άδεια του δικαστηρίου.
Κατόπιν, δημοσιεύτηκε ο Ν. 4714/2020 (ΦΕΚ Α΄/148/31.07.2020), ο οποίος πρόσθεσε το άρθρο 1519 στον Αστικό Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο απαιτείται είτε προηγούμενη συμφωνία μεταξύ γονέων είτε προηγούμενη οριστική δικαστική απόφαση για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του ανήλικου τέκνου κατά τρόπο που να επηρεάζει ουσιωδώς το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο αυτό δεν διαμένει – στην προκειμένη περίπτωση τον πατέρα.
Έτσι, ενόψει του νεότερου Ν. 4714/2020, ο πατέρας κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, επικαλούμενος επείγουσα περίπτωση, και πέτυχε να διαταχθεί από το δικαστήριο τόσο η επιστροφή των ανήλικων τέκνων από τη Ρουμανία, όπου μετεγκαταστάθηκαν μαζί με την μητέρα, στην Κέρκυρα, όσο και να οριστεί η Κέρκυρα ως προσωρινός τόπος διαμονής τους.
Το δικαστήριο κατέληξε σε αυτή την απόφαση, καθώς σύμφωνα με το σκεπτικό του, η μητέρα, η οποία παρά την εξ αρχής αντίθεση του πατέρα μετεγκαταστάθηκε μαζί με τα ανήλικα τέκνα στη Ρουμανία, παραβίασε την διάταξη του άρθρου 1519 του ΑΚ, που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο της εγκατάστασής τους στη Ρουμανία.
Όπως τόνισε το δικαστήριο στην υπ’ αρ. 810/2021 απόφασή του η μετεγκατάσταση των τέκνων αναμφίβολα επέδρασε ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του, αφού η επικοινωνία αυτή, όσο τα παιδιά διέμεναν στην Ελλάδα, ήταν σαφώς ευκολότερη.
Παραθέτουμε ένα απόσπασμα της απόφασης, ώστε να δείτε το σκεπτικό του δικαστηρίου των ασφαλιστικών μέτρων: Με βάση τα παραπάνω πιθανολογούμενα πραγματικά περιστατικά, καθίσταται σαφές ότι η καθ’ ης έχει παραβιάσει την ως άνω διάταξη του άρθρου 1519 ΑΚ, που ήταν σε ισχύ όταν μετεγκαταστάθηκε μαζί με τα ανήλικα τέκνα της στην Τιμισοάρα της Ρουμανίας, καθώς μετέβαλε μονομερώς τον τόπο διαμονής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, των οποίων ασκεί προσωρινά την επιμέλεια, χωρίς προηγούμενη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη οριστική δικαστική απόφαση. Η μετεγκατάσταση αυτή αναμφίβολα επέδρασε ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του αιτούντος με τα ανήλικα τέκνα του, καθότι η επικοινωνία αυτή, όσο τα παιδιά διέμεναν στην Ελλάδα, δηλαδή μέχρι τις 2-9-2020, ήταν σαφέστατα ευχερέστερη από ότι μετά τη μετεγκατάσταση τους στη Ρουμανία. Διευκρινίζεται δε ως εκ περισσού ότι, όπως ειπώθηκε παραπάνω, ούτε με τη με αριθμό 411/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, αλλά ούτε και με τη με αριθμό 851/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, καθορίστηκε προσωρινά ως τόπος διαμονής των ανήλικων η Τιμισοάρα της Ρουμανίας, γι’ αυτό και καμία από τις αποφάσεις αυτές δεν περιέχει σχετική διάταξη, αλλά απλώς έγινε δεκτό, σύμφωνα με το τότε ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, ότι η καθ’ ης, ως ασκούσα προσωρινά την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της, είχε το δικαίωμα να καθορίζει μονομερώς τον τόπο διαμονής τους. Επομένως, δεν μπορεί στην προκειμένη περίπτωση να γίνει λόγος για προηγούμενη οριστική δικαστική απόφαση, που επιτρέπει τη μεταβολή του τόπου διαμονής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, πολύ δε περισσότερο που οι αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων είναι προσωρινής ισχύος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 695 ΚΠολΔ, δηλαδή δεν είναι οριστικές, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 1519 ΑΚ, ενόψει του ότι δεν προσβάλλονται με ένδικα μέσα (άρθρο 699 ΚΠολΔ). Από την άλλη πλευρά, όπως ήδη ελέχθη, το γεγονός ότι με τις ως άνω αποφάσεις απορρίφθηκε το αίτημα του αιτούντος περί καθορισμού ως προσωρινού τόπου διαμονής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων το νησί της Κέρκυρας, δε δεσμεύει το παρόν δικαστήριο, καθότι η μετέπειτα εισαγωγή στην έννομη τάξη της διάταξης του άρθρου 1519 με το άρθρο 139 Ν. 4714/2020 (ΦΕΚ Α 148/31.7.2020) αποτελεί λόγο κάμψης του προσωρινού δεδικασμένου που απορρέει από τις παραπάνω αποφάσεις αυτού του Δικαστηρίου, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη νομική σκέψη. Επιπλέον, η ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος που προέβαλε η καθ’ ης, ισχυριζόμενη ότι ο αιτών σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς να έχει βάσιμους λόγους κατέθεσε την προηγούμενη αίτηση μεταρρύθμισης της με αριθμό 411/2020 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου και στη συνέχεια την ένδικη αίτηση, πρέπει ν’ απορριφθεί ως μη νόμιμη, μη δυνάμενη να βρει νομικό έρεισμα στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, το πεδίο εφαρμογής της οποίας περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στα δικαιώματα του ουσιαστικού δικαίου και σε καμία περίπτωση δεν καταλαμβάνει τα δικονομικά δικαιώματα όπως αυτά της άσκησης πάσης φύσεως ενδίκων μέσων και βοηθημάτων.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Σε λίγες ημέρες και δη στις 16.09.2021 τίθενται σε εφαρμογή οι μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων, που καθιερώνουν την από κοινού άσκηση γονικής μέριμνας, την «συνεπιμέλεια», για την οποία πολύς λόγος γίνεται τελευταία.
Σύμφωνα με το άρ. 1510 του ΑΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρ. 7 παρ. 1 του ν. 4800/2021, «Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού και εξίσου. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του. […]». Σύμφωνα δε με το άρ. 1511 παρ. 1 του ΑΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρ. 5 του ανωτέρω νόμου, «Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου.».
Ακολούθως, στην παρ. 2 του άρ. 1511 εξειδικεύεται σε τι συνίσταται και πώς εξυπηρετείται το «βέλτιστο συμφέρον», όπου ενδεικτικά και όχι περιοριστικά αναφέρονται εκφάνσεις αυτού, και δη «Στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησή της. Η απόφαση του δικαστηρίου συνεκτιμά παραμέτρους όπως την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωσή του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο.». Επιπλέον, το δικαστήριο πρέπει να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην προβαίνει σε οποιεσδήποτε διακρίσεις (φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, φυλής, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, ιθαγένειας, εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή περιουσίας).
Προκύπτει, λοιπόν, ότι το πνεύμα του νομοθέτη είναι να υπάρξει ουσιαστική συμμετοχή στην ανατροφή και φροντίδα του τέκνου, ιδίως για τα κρίσιμα ζητήματα της ανατροφής και της καθημερινότητας των παιδιών, όπως, παραδείγματος χάρη, η ονοματοδοσία, ο τόπος διαμονής και η επιλογή σχολείου και παιδιάτρου, υπό το κλίμα σύμπνοιας και συνεννόησης μεταξύ των γονέων, πάντα με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου. Για το λόγο αυτό, οι διατάξεις περί συνεπιμέλειας εκτείνονται ακόμα και στα τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους, όταν αυτά έχουν αναγνωριστεί εκούσια ή δικαστικά με αγωγή που έχει ασκήσει ο πατέρας. Το προϊσχύον δίκαιο, σε αντίστοιχες περιπτώσεις, απαιτούσε συμφωνία των γονέων ή να είχε παύσει η γονική μέριμνα της μητέρας ή να αδυνατούσε να την ασκήσει αυτή για νομικούς ή πραγματικούς λόγους.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην προσωπική επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει στο ίδιο σπίτι. Σκοπός του νομοθέτη είναι να διευρύνει την επικοινωνία κατά το δυνατό, τόσο με φυσική παρουσία και επαφή του γονέα με το τέκνο του, όσο και με τη διαμονή του τέκνου στην οικία του γονέα. Καθιερώνεται, λοιπόν, μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας κατά το 1/3 του συνολικού χρόνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, εκτός αν ο ίδιος ζητήσει μικρότερο χρόνο επικοινωνίαςή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου(άρ. 1520 ΑΚ, όπως τροποποιήθηκε με το άρ. 13 ν. 4800/2021). Άλλωστε, τα σχετικά με την επικοινωνία ζητήματα καθορίζονται ειδικότερα είτε με έγγραφη συμφωνία των γονέων είτε από το δικαστήριο. Σε κάθε περίπτωση, ο άλλος γονέας δεν θα πρέπει να εμποδίζει την επικοινωνία του έτερου γονέα ή ακόμα και του τέκνου με τρίτους με τους οποίους έχει αναπτύξει αυτό κοινωνικοσυναισθηματική σχέση οικογενειακής φύσης, εφόσον είναι προς το συμφέρον του τέκνου. Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως αν ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο κριθεί από το δικαστήριο ως ακατάλληλος να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας.
Προκύπτει ότι ο νομοθέτης παρέχει ένα «όχημα» για ουσιαστική συμμετοχή και συναπόφαση των γονέων στα κρίσιμα ζητήματα των τέκνων τους, ώστε από κοινού να μπορούν να λαμβάνουν τις καλύτερες δυνατές λύσεις για τα παιδιά τους, ώστε και να επωφελούνται τα παιδιά, αλλά και να αποφεύγονται οι έντονες διενέξεις που μόνο να πληγώνουν τον ευαίσθητο ψυχισμό των παιδιών καταφέρνουν. Διότι σημαντικό είναι τα τέκνα να μεγαλώνουν και να εξελίσσονται μέσα σε κλίμα αγάπης, ειρήνης και γαλήνης, στοιχεία πολύτιμα για την ορθή και ισορροπημένη ψυχοσυναισθηματική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξή τους. Για το λόγο αυτό, σε περίπτωση διαφωνιών μεταξύ των γονέων, προβλέπεται η προσφυγή σε διαμεσολάβηση, ώστε συμβιβαστικά να εξευρεθεί λύση, προτού η υπόθεση καταλήξει στις δικαστικές αίθουσες.
Το γραφείο μας έχει πολυετή εμπειρία στο οικογενειακό δίκαιο και συγκεκριμένα στα θέματα επιμέλειας – επικοινωνίας και διατροφής ανήλικων τέκνων, τόσο στις δικαστικές αίθουσες σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας (ασφαλιστικά μέτρα, Πρωτοδικείο, Εφετείο, Άρειος Πάγος) όσο και στην οικογενειακή διαμεσολάβηση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Υποχρέωση σε διατροφή: είναι και ποινικό αδίκημα η μη καταβολή της
Στις ανθρώπινες σχέσεις είναι συχνό φαινόμενο η διάσπαση και ιδίως εάν η ένωση ήταν διαρκείας ή εάν υπάρχουν παιδιά γεννώνται δικαιώματα διατροφής.
Σεαυτές τις περιπτώσεις, λοιπόν, υφίσταται υποχρέωση καταβολής διατροφής, η παράβαση δε της σχετικής απόφασης αποτελεί και ποινικό αδίκημα.
Κατ’ αρχάς, διατροφή δικαιούνται σύμφωνα με το 1486 εδ. β΄ του Αστικού μας Κώδικα τα ανήλικα τέκνα: «το ανήλικο τέκνο, και αν ακόμα έχει περιουσία, έχει δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του, εφόσον τα εισοδήματα της περιουσίας του ή το προϊόν της εργασίας του δεν αρκούν για την διατροφή του». Επομένως, αρκεί τα εισοδήματα από την περιουσία του ανήλικου τέκνου ή το προϊόν εργασίας του να μην επαρκούν, ώστε να δικαιούται διατροφής και δεν χρειάζεται το ανήλικο τέκνο να εκποιήσει τυχόν περιουσία του.
Έπειτα, θα πρέπει να πούμε πως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 1486 παρ. 1 ΑΚ, και το ενήλικο τέκνο δικαιούται διατροφής. Ωστόσο, σε αντίθεση ό,τι αναφέραμε παραπάνω για τα ανήλικα τέκνα, στην περίπτωση των ενήλικων τέκνων, θα πρέπει να μην υφίσταται κινητή ή ακίνητη περιουσία ικανή για την κάλυψη των βιοτικών του αναγκών του ή να μην μπορεί αυτό να διαθρέψει τον εαυτό του με έσοδα από εργασία. Ακόμη, και το άνεργο ενήλικο τέκνο δικαιούται διατροφή, ενώ το μέχρι πότε την δικαιούται, βρίσκεται στην διακριτική ευχέρεια του δικαστή.
Διατροφή, όμως δικαιούνται και οι σύζυγοι, κατά περίπτωση, τόσο κατά την περίοδο που το ζευγάρι βρίσκεται σε διάσταση, όσο και μετά το διαζύγιο ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης.
Για να δικαιούται κάποιος από τους συζύγους διατροφή πριν από την έκδοση διαζυγίου, τουτέστιν από τη διάσταση, θα πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: Πρώτον, να υπήρχε υποχρέωση διατροφής κατά την διάρκεια του γάμου και δεύτερον, να υφίσταται διακοπή της συμβίωσης για εύλογη αιτία, που είναι κάθε γεγονός που οδήγησε στον κλονισμό της έγγαμης σχέσης (πχ. ο υπόχρεος σε διατροφή άσκησε βία, ή απάτησε τον άλλο σύντροφο κλπ).
Υπό προϋποθέσεις δικαιούται διατροφή ο πρώην σύζυγος και μετά το διαζύγιο, σύμφωνα με το άρθρο 1442 ΑΚ.: «Εφόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά ή από την περιουσία του, δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλον: 1. αν κατά την έκδοση του διαζυγίου ή κατά το τέλος των χρονικών περιόδων που προβλέπονται στις επόμενες περιπτώσεις βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν επιτρέπει να αναγκαστεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος ώστε να εξασφαλίζει από αυτό την διατροφή του, 2. αν έχει την επιμέλεια ανηλίκου τέκνου και γι’ αυτό τον λόγο εμποδίζεται στην άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, 3. αν δεν βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση, και στις δύο όμως περιπτώσεις για ένα διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του διαζυγίου, 4. σε κάθε άλλη περίπτωση όπου η επιδίκαση διατροφής κατά την έκδοση του διαζυγίου επιβάλλεται από λόγους επιείκειας».
Το γραφείο μας έχει πολυετή εμπειρία στο οικογενειακό δίκαιο και συγκεκριμένα στα θέματα τέκνων περί επιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής, διατροφής συζύγων, γονέων και ανιόντων καθώς και υιοθεσίας τόσο στις δικαστικές αίθουσες σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας (ασφαλιστικά μέτρα, Πρωτοδικείο, Εφετείο, Άρειος Πάγος) όσο και στην οικογενειακή διαμεσολάβηση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Οι απαιτητικοί υγειονομικά καιροί, όπως η περίοδος της πανδημίας του Covid-19 αναδεικνύουν την ιατρική επιστήμη ως την κορυφαία πανανθρώπινη επιστήμη και τον ακρογωνιαίο λίθο της ανθρώπινης προόδου, αλλά κι επιβίωσης. Τέτοιοι καιροί όμως αναδεικνύουν παράλληλα, ως την άλλη όψη του νομίσματος, και την τεράστια ευθύνη της ιατρικής επιστήμης απέναντι στον άνθρωπο. Εκεί που η αμέλεια κι η απροσεξία θα συγχωρούνταν, εκεί που η έλλειψη εμπειρίας ή του απαραίτητου εξοπλισμού θα αντιμετωπιζόταν ίσως με επιείκεια, σε οποιονδήποτε άλλο επιστημονικό κλάδο, στην ιατρική,εκεί που ένα δευτερόλεπτο αβλεψίας μπορεί να έχει κόστος μία ανθρώπινη ζωή, είναι προφανές ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο αυστηρά.
Θύματα ιατρικού λάθους πάντοτε υπήρχαν· άλλωστε, και οι ιατροί είναι άνθρωποι και ως γνωστόν, humanum errare est (το σφάλμα είναι ανθρώπινο). Ακριβώς όμως λόγω της προαναφερθείσας τεράστιας ευθύνης ενός ιατρού ή, ευρύτερα, ενός νοσοκομείου, οι συνέπειες, και συγκεκριμένα, οι έννομες συνέπειες ενός ιατρικού σφάλματος είναι εκτεταμένες. Το θύμα, είτε πρόκειται για τον ίδιο τον ασθενή που υπέστη σοβαρή βλάβη της υγείας του είτε, δυστυχέστερα, για συγγενή ενός θύματος που έχασε τη ζωή του, δύναται να δικαιωθεί από ολόκληρο το φάσμα του νόμου: Πρώτον, για τη βλάβη ή και το θάνατο, προβλέπεται, εφ’ όσον πάντα πρόκειται για λάθος ασύγγνωστο, δηλαδή ασυγχώρητο, υπάρχουν οι αντίστοιχες ποινικές κυρώσεις. Δεύτερον, η βλάβη και η ζημία, είτε υλική και σωματική είτε ηθική και ψυχική δύναται να αποκατασταθεί μέσω των πολιτικών δικαστηρίων, με αγωγή αποζημίωσης κατά παντός υπευθύνου. Εξάλλου όλοι οι απασχολούμενοι στον κλάδο της υγείας καλύπτονται από ασφαλιστικές εταιρίες για την αποζημίωση του «λάθους».
Κανένα νομικό μέσον δεν θα μπορέσει ποτέ να καλύψει το ψυχικό άλγος μίας απώλειας ή μίας μόνιμης βλάβης της υγείας. Αλλά είναι σημαντικό για τα θύματα και τους πάσχοντες να γνωρίζουν ότι το ιατρικό λάθος δεν είναι ποτέ συγχωρητέο κι ότι οι υπεύθυνοι μπορούν κι οφείλουν πάντοτε να βρεθούν προ των συνεπειών των πράξεών τους. Έτσι, αντίστοιχα, η υπεύθυνη και πλήρης νομική συμπαράσταση των θυμάτων αυτών είναι, όσον αφορά το Δικηγορικό μας Γραφείο, σπουδαία ευθύνη και ηθική υποχρέωση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.
Για το θύμα ιατρικού σφάλματος, είτε πρόκειται για τον ίδιο τον ασθενή είτε στις πλέον δυσάρεστες περιπτώσεις, τον συγγενή αυτού, η υπόθεσή του φαίνεται σχετικά απλή, βλέποντάς την εκ του αποτελέσματος: ένας άνθρωπος που απευθύνθηκε σε κάποιον ειδικό θεράποντα για την βελτίωση της υγείας του βρέθηκε με επιδεινωμένη υγεία ή και απώλεσε τη ζωή του. Δυστυχώς, από νομικής άποψης, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και η προετοιμασία μίας υπόθεσης αποζημίωσης, αποκατάστασης ή ποινικής δίωξης στη βάση ενός ιατρικού σφάλματος μπορεί να αποδειχθεί σημαντικά πιο περίπλοκη, καθώς πρέπει να ελεγχθούν όλες οι επιμέρους, οσοδήποτε αμελητέες κι αν φαίνονται.
Για την ικανοποίηση κάθε αιτήματος είναι απαραίτητη η απόδειξη, και το διακύβευμα εν προκειμένω είναι η απόδειξη ότι πράγματι το ιατρικό σφάλμα ήταν κατά κυριολεξία, σφάλμα. Τουτέστιν, πρέπει να ελεγχθεί εάν επρόκειτο για κάποια επέμβαση με μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας, αν το ιατρικό ιστορικό που χορηγήθηκε στον ιατρό από τον ασθενή ήταν ακριβές, εάν βεβαίως ο ασθενής συναίνεσε σε μία επικίνδυνη επέμβαση και, το σημαντικότερο, εάν ο ιατρός έκανε όλα όσα ήταν ανθρωπίνως δυνατά για να αποφύγει το απευκταίο αποτέλεσμα. Άλλωστε, υπάρχουν όρια στις ανθρώπινες δυνατότητες και οι ιατροί, αν μη τι άλλο, είναι άνθρωποι. Ένα δυσάρεστο αποτέλεσμα δεν προέρχεται πάντοτε από την εσφαλμένη ενέργεια ή την αμέλεια του ιατρού, αλλά μπορεί να είναι συνέπεια κάποιας συγκυρίας μη προβλέψιμης ή μη υπερκεράσιμης ή ενός κινδύνου γνωστού στον ασθενή που συναινεί σε μία δυνητικά σωτήρια πλην όχι βεβαίου αποτελέσματος επέμβαση.
Η συνθετότητα του προβλήματος και η ανάγκη, για τους σκοπούς της υπόθεσης, συγκέντρωσης, αλλά κι ελέγχου ενός πολύ πολύπλοκου αποδεικτικού υλικού καθιστά σαφή και την ανάγκη της κατάλληλης και πιο ικανής εκπροσώπησης από τους νομικούς συμπαραστάτες των θυμάτων, από ειδικούς για τους οποίους αμέλειες και αβλεψίες στον χειρισμό τέτοιων υποθέσεων είναι εξίσου ασυγχώρητες.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.