Ένα από τα πιο σημαντικά και καθοριστικά βήματα στην ζωή ενός ανθρώπου είναι η σύναψη γάμου και η δημιουργία οικογένειας. Η υπόσχεση για την τέλεση ενός γάμου αποτελεί πνευματική και συναισθηματική επένδυση, ενώ ταυτόχρονα, όσον αφορά στα πρακτικά ζητήματα, αποτελεί και μια απολύτως οικονομική επένδυση και κίνηση.
Ένα ζευγάρι, δηλαδή, που αποφασίζει να προχωρήσει σε γάμο, είτε πολιτικό είτε θρησκευτικό, πέρα από το γεγονός ότι το ένα μέρος εμπιστεύεται το άλλο με την υπόλοιπη ζωή του, προχωράει και σε κάποια οικονομικά ανοίγματα προκειμένου να υλοποιηθεί ο γάμος, τα οποία πολλές φορές είναι και ιδιαιτέρως σημαντικά.
Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που εντελώς ξαφνικά και βίαια ένα από τα δύο μέρη αποφασίζει να τερματίσει όλα τα παραπάνω, με αποτέλεσμα το άλλο μέρος να βρεθεί ψυχολογικά και κοινωνικά εκτεθειμένο, αλλά και να πληχθεί οικονομικά.
Μπορεί να μην αποτελεί την πρώτη σκέψη κάποιου όταν βρεθεί στη δυσμενή θέση να ματαιώσει τον γάμο του, αλλά η αλήθεια είναι ότι μπορεί και πρέπει να αποζημιωθεί, τόσο για την ηθική βλάβη όσο και για την χρηματική απώλεια που είχε.
Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, η ξαφνική, βάναυση και αναίτια υπαναχώρηση από την τέλεση του γάμου αποτελεί ευθεία προσβολή της προσωπικότητας του άλλου, και σύμφωνα με την 57 ΑΚ, «όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί αυτή στο μέλλον».
Πράγματι, σε περίπτωση που λίγο πριν από την τέλεση του γάμου, το ένα από τα μέρη υπαναχωρήσει, το πλήγμα είναι τόσο ισχυρό που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε χρόνια ψυχολογικά ζητήματα. Το άτομο προσβάλλεται στον πυρήνα της αξιοπρέπειάς του, καθώς εκτίθεται στον κοινωνικό του περίγυρο (ειδικά στις κλειστές κοινωνίες) και πλήττεται βάναυσα η τιμή και η υπόληψή του.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την 59 ΑΚ και στην περίπτωση του της 57 ΑΚ, το δικαστήριο με την απόφασή του, μπορεί να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση μπορεί να είναι οποιασδήποτε φύσεως κρίνει το δικαστήριο, δηλαδή μπορεί να είναι η πληρωμή κάποιου χρηματικού ποσού, ένα δημοσίευμα με το οποίο ο υπαίτιος θα ζητάει δημοσίως συγγνώμη ή οτιδήποτε άλλο επιβάλλουν οι περιστάσεις.
Σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα αποτελεί τυχόν εγκυμοσύνης της υποψήφιας συζύγου (όταν εκείνη είναι η παθούσα). Για το ζήτημα έχει αποφανθεί η δικαιοσύνη εδώ και αρκετά χρόνια με την υπ’ αριθμ. 259/2016 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς να είναι καταπέλτης, επιδικάζοντας σε υποψήφια σύζυγο, που βρισκόταν σε κατάσταση προχωρημένης εγκυμοσύνης, ποσό ύψους 8.000 ευρώ ως αποζημίωση για ηθική βλάβη από τον άνδρα που αποφάσισε ανήμερα του γάμου να της ανακοινώσει ότι δεν θα προχωρήσει σε αυτόν, αδιαφορώντας τελείως για εκείνη και το κυοφορούμενο στο εξής.
Χαρακτηριστικό απόσπασμα της εν λόγω απόφασης αποτελεί το εξής: «Το γεγονός αυτό υπήρξε ιδιαιτέρως σκληρό για την ενάγουσα, η οποία ευρισκόμενη σε κατάσταση προχωρημένης εγκυμοσύνης, είχε την επιπλέον υποχρέωση να ενημερώσει το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον της (να σημειωθεί ότι μεταξύ των καλεσμένων ήταν και στενοί συγγενείς της, κάτοικοι εξωτερικού, οι οποίοι είχαν έλθει στη Ελλάδα) για την ξαφνική ματαίωση του γάμου της. Έκτοτε δε, ο εναγόμενος διέκοψε τη συμβίωσή του με την ενάγουσα και την εγκατέλειψε, χωρίς να ενδιαφερθεί για την πορεία της εγκυμοσύνης της και για τον τοκετό…»
Έπειτα, όπως προείπαμε, στην πορεία της προετοιμασίας ενός γάμου, γίνονται σημαντικές χρηματικές επενδύσεις, οι οποίες ανέρχονται σε αρκετές χιλιάδες ευρώ. Και σε αυτή την περίπτωση ο παθών μπορεί να ζητήσει από τον υπαίτιο αποζημίωση για την απώλεια χρήματων που είχε με βάση τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες (914 ΑΚ επ.) εκτός από την αποζημίωση για τη στενοχώρια και την προσβολή από τη ματαίωση.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.