ΤΙ ΕΙΝΑΙ, ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΚΑΙ ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΕΙ
Με αφορμή την αποκάλυψη της καταγγελίας και της κίνησης ποινικής διαδικασίας που αφορά σε γνωστό τηλεπαρουσιαστή ακριβώς για revenge porn (η λεγόμενη εκδικητική πορνογραφία), ο όρος πρωτοστατεί το τελευταίο εικοσιτετράωρο στα μέσα ενημέρωσης και στα social media και βρίσκεται στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Πέρα από την απερίφραστη κατακραυγή τέτοιων πρακτικών, είναι σκόπιμο, με αφορμή αυτό το περιστατικό, να δοθεί έμφαση στο σε τί ακριβώς συνίσταται η πρακτική αυτή, στους λόγους για τους οποίους είναι επικίνδυνη και στα μέσα προστασίας που παρέχονται για την προστασία των θυμάτων.
Τί είναι, λοιπόν, το revenge porn;
Πρόκειται για την πρακτική της διαδικτυακής ανάρτησης προσωπικών φωτογραφιών και βίντεο με σεξουαλικό περιεχόμενο, με στόχο τον εξευτελισμό του θύματος. Η ανάρτηση αυτή πραγματοποιείται προφανώς δίχως την συναίνεση ή συγκατάθεση του θύματος. Το φαινόμενο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας που ακουσίως προσέφερε τα μέσα για τη διευκόλυνση αφ’ ενός της απόκτησης τέτοιου υλικού κι αφ’ ετέρου της ανάρτησης και διάδοσής του στο διαδίκτυο, κυρίως (όχι όμως αποκλειστικώς) σε ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου. Πρόκειται πραγματικά για ένα «σημείο» της εποχής. Κατά συντριπτική πλειοψηφία αφορά γυναίκες (εκτιμάται το 90% των περιπτώσεων), ώστε να είναι δόκιμο – κι όχι γενίκευση – να αναφερθούμε στο φαινόμενο ως μία νέα μορφή της έμφυλης βίας. Κατ’ αρχήν είναι το αποτέλεσμα μίας ατυχούς έκβασης μίας ερωτικής σχέσης, όπου ο σύντροφος, που είναι κάτοχος υλικού σεξουαλικού περιεχομένου της τέως συντρόφου του, αναρτά το εν λόγω υλικό στο διαδίκτυο για εκδίκηση. Το σχήμα αυτό αποτελεί και τον κανόνα των περιπτώσεων, εξ ου και το όνομα «revenge porn» αν και ο σκοπός της ανάρτησης δεν αποκλείεται να είναι διάφορος του εξευτελισμού (π.χ. εκβιασμός για οικονομικό ή άλλο όφελος).
Γιατί είναι επικίνδυνο;
Το πρώτον, ως ήδη αναφέρθηκε, πρόκειται για ένα φαινόμενο έμφυλης βίας, ώστε δικαίως να λογίζεται ως κακοποιητική πράξη αυτή καθαυτή.
Επίσης, συνήθως η τέλεση τέτοιων πρακτικών είναι αιφνιδιαστική για το θύμα, που κατά κανόνα είναι εντελώς ανυποψίαστο, καθώς προέρχεται κατά κανόνα από έναν (τέως) σύντροφο, ήτοι ένα πρόσωπο που μέχρι πρότινος έχαιρε της απόλυτης εμπιστοσύνης του θύματος και θα ήταν υπό φυσιολογικές συνθήκες υπεράνω πάσης υποψίας. Δεν αποκλείεται βέβαια το υλικό αυτό να υποκλαπεί από το θύμα μέσω ηλεκτρονικών μέσων, αλλά και πάλι, τούτο αρκετές φορές είναι αποτέλεσμα της γνώσης του θύτη των κωδικών ασφαλείας του θύματος, το οποίο είναι επίσης αποτέλεσμα της οικειότητας που είχε δημιουργηθεί από τη σχέση αυτή.
Πέραν τούτου, όμως, στη σύγχρονη αυτή εποχή που διανύουμε, η ταχύτατη διάδοση της πληροφορίας οδηγεί σε ένα αναπόδραστο και θλιβερό αποτέλεσμα: το υλικό αυτό, αφότου αναρτηθεί, έχει την «τάση» να διαχέεται, να μεταφορτώνεται από χρήστες και να αποθηκεύεται σε άλλες συσκευές και να αναρτάται εκ νέου σε άλλες σελίδες, κι αυτό με ρυθμό εκθετικό, ιδίως όταν πρόκειται για επώνυμα πρόσωπα. Τουτέστιν, εφ’ όσον το υλικό αναρτηθεί, ακόμη κι αν αργότερα κατέβει από τον αρχικό χρήστη, δεν υπάρχει καμία απολύτως εγγύηση ότι το υλικό θα παύσει να υπάρχει αναρτημένο κάπου αλλού στο αχανές διαδίκτυο.
Η επικινδυνότητα της πρακτικής όμως έγκειται στις συνέπειες, ψυχολογικές κι όχι μόνον, που συνεπάγονται για το θύμα· το σοκ, ο εξευτελισμός, η γελοιοποίηση, η ντροπή και ο ενδεχόμενος δημόσιος στιγματισμός και περιθωριοποίηση είναι μία κατάσταση που καλείται να βιώσει το θύμα από τη στιγμή της ανάρτησης κι εντεύθεν για το υπόλοιπο της ζωής του. Ακόμη κι αν η ανθρώπινη προσέγγιση του ζητήματος προφανώς και δεν επιτρέπει οποιαδήποτε μομφή κατά του θύματος, η πίεση που εξ αντικειμένου ασκείται σε αυτό πολλές φορές μπορεί να αποδειχθεί αφόρητη, όπως δυστυχώς δεικνύει η εμπειρία, και να θέσει προσχώματα σε προσωπικό, κοινωνικό κι επαγγελματικό ακόμη επίπεδο. Μάλιστα, καθώς το φαινόμενο, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, γιγαντώνεται, δυστυχώς υπάρχουν και ορισμένες περιπτώσεις όπου η πίεση για το θύμα αποδεικνύεται τόσο έντονη που σημειώνονται και περιπτώσεις (δυστυχώς κι επιτυχημένων) αποπειρών αυτοκτονίας.
Πώς μπορεί κανείς να προστατευθεί;
Δυστυχώς, η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι φρενήρης, σε σημείο που ο ήδη χαμηλών αντανακλαστικών Έλληνας Νομοθέτης έχει βρεθεί σήμερα πίσω από το φαινόμενο. Έτσι, η διάταξη του άρθρ. 370Α του Ποινικού Κώδικα προσφέρει μία αδρή περιγραφή του φαινομένου, χωρίς όμως να φωτογραφίζεται η εκδικητική πορνογραφία ως ιδιαίτερη εγκληματική πράξη, χωρίς καν να λαμβάνεται υπ’ όψιν το στοιχείο της σεξουαλικής φύσης του εγκλήματος ώστε να κατατάσσεται στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και χωρίς να αναγνωρίζεται η φύσης της πράξης ως μορφή έμφυλης βίας. Στην πραγματικότητα το εν λόγω άρθρο αφορά κατά κυριολεξία την «παραβίαση απορρήτου», της οποίας, προφανώς, η ηθική απαξία δεν έχει την ίδια βαρύτητα, αλλά και η ποινική αντιμετώπιση είναι πιο «ελαφρά».
Σημειωτέον ότι ούτε ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των (Προσωπικών) Δεδομένων προσφέρει λύσεις στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Παρά ταύτα, και με δεδομένο ότι η πρόληψη αφ’ ενός δεν είναι πάντοτε εφικτή κι αφ’ ετέρου διότι η απαίτηση της πρόληψης έχει εγγενώς χαρακτήρα μομφής κατά του θύματος, η λύση πρέπει να εκπηγάσει από την ίδια την κοινωνία και τα πρότυπά της. Συγκεκριμένα, η κοινωνική συνείδηση πρέπει να ωθεί και να καθοδηγεί τα θύματα στην καταγγελία τέτοιων συμπεριφορών, ώστε η ποινική δικαιοσύνη, στο βαθμό του εφικτού, να επιλαμβάνεται και να τιμωρεί τις συμπεριφορές αυτές.
Εδώ, θα πρέπει να γίνει μνεία, εν είδει κατακλείδας, σε μία «φωτεινή αχτίδα» που διαφαίνεται όσον αφορά το φαινόμενο της εκδικητικής πορνογραφίας· τα τελευταία χρόνια, κινήματα όπως το #metoo έχουν αναπτύξει την κοινωνική ενσυναίσθηση και ευαισθητοποίηση απέναντι στα θύματα έμφυλης βίας. Μάλιστα, η εμφατική διαδικτυακή παρουσία των κινημάτων αυτών στα social media δημιουργεί γρήγορα αντανακλαστικά για την ανάδειξη περιπτώσεων όπως και αυτή του γνωστού τηλεπαρουσιαστή, αλλά και για την κατάδειξη και κατακραυγή τέτοιου είδους ανθρώπων και συμπεριφορών, μαζικά και συντονισμένα, ώστε πλέον οι θύτες να οδηγούνται στην περιθωριοποίηση έμπρακτα και τα θύματα να βιώνουν μία μαζική συμπαράσταση και υποστήριξη, ψυχική και έμπρακτη, ώστε αντί να στιγματίζονται τα θύματα, να στιγματίζονται οι θύτες. Διότι η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας έχει δύο πλευρές και η εκδοχή αυτή της χρήσης του διαδικτύου για προώθηση δράσεων και κινητοποιήσεων αυτών, μέσω των social media, έρχεται «μπούμερανγκ» κατά του θύτη.
Σε κάθε περίπτωση, φαινόμενα εκδικητικής πορνογραφίας ήταν και παραμένουν κατακριτέα· αποκαλύψεις, όμως, όπως η προκείμενη, που δίδει αφορμή στον παρόντα διάλογο, ίσως δημιουργήσουν τις συνθήκες για έναν νομοθετικής περιωπής πλέον διάλογο, ώστε να θεσπιστεί, αισίως, ένα νομοθετικό πλαίσιο προστασίας του θύματος και τιμωρία των δραστών, σύγχρονο, ικανό και επαρκές.
Τέλος, να σημειωθεί ότι το θύμα εκτός από τη φυλάκιση -ποινική τιμωρία του δράστη- μπορεί να ζητήσει και χρηματική ικανοποίηση-αποζημίωση για την ηθική του βλάβη.
Για περισσότερες πληροφορίες και προσωπικό ραντεβού με εξειδικευμένο δικηγόρο επικοινωνήστε στα τηλ. 210 8811903, 6932455478.