Για εμπόρους κι ελεύθερους επαγγελματίες με οφειλές έως 50.000 €
Το τέλος του προηγουμένου έτους συνοδεύτηκε από σειρά δημοσιεύσεων νομοθετημάτων. Μεταξύ αυτών, ιδιαίτερης προσοχής χρήζουν -κι ευλόγως- η Κοινή Υπουργική Απόφαση 62134/4100/2017 και η Εγκύκλιος ΠΟΛ. 1223/2017, οι οποίες δημοσιεύτηκαν αμφότερες στις 29.12.2017 κι αφορούν τη ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και το Δημόσιο, αντιστοίχως, εισάγοντας ουσιαστικά πανομοιότυπους κανόνες και κριτήρια για τον ορισμό των (αποκαλούμενων) ρυθμίσεων των 120 δόσεων για τους οφειλέτες που το χρέος τους δεν υπερβαίνει τα 50.000 ευρώ. Στο βαθμό που οι ρυθμίσεις είναι κοινές μεταξύ των δύο νομοθετημάτων, θα παρουσιαστούν με ενιαίο τρόπο κατωτέρω.
Η αίτηση για ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) απευθύνεται προς το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.), ενώ η αίτηση για ρύθμιση οφειλών προς το Δημόσιο απευθύνεται προς τη Φορολογική Διοίκηση. Η υποβολή των αιτήσεων γίνεται ηλεκτρονικά, και θα είναι δυνατή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2018. Η ρύθμιση χορηγείται μία μόνο φορά για κάθε αιτούντα. Δυνατότητα υποβολής έχουν φυσικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα ή νομικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, των οποίων οι συνολικές οφειλές προς τους πιστωτές τους δεν υπερβαίνουν τα 20.000 ευρώ, και των οποίων οι οφειλές προς τους Φ.Κ.Α. ή το Δημόσιο υπερβαίνουν το 85% του συνολικού ποσού χρεών, χωρίς να υπερβαίνουν όμως το ποσό των 50.000 ευρώ. Αίτηση μπορούν να υποβάλουν και φυσικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, χωρίς να έχουν πτωχευτική ικανότητα. Οι οφειλές που δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση είναι οι βεβαιωμένες ήδη κατά την 31η Δεκεμβρίου του 2016 οφειλές, ενώ ορίζεται ότι η υπαγωγή στη ρύθμιση συνεπάγεται αυτοδίκαιη απώλεια τυχόν υφιστάμενων ρυθμίσεων για τις ίδιες οφειλές, εκτός αν η ρύθμιση έχει προέλθει από το νόμο 3869/2010 (νόμο Κάτσελη).
Το περιεχόμενο της αίτησης, η οποία υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης, πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη στοιχεία του οφειλέτη (και τυχόν συνυποβαλλόντων συνοφειλετών) και κατάλογο όλων των πιστωτών και των οφειλόμενων ποσών στον καθένα. Περαιτέρω, απαιτείται η προσκόμιση πρόσθετων δικαιολογητικών, τα οποία αναλυτικά εκτίθενται στο άρθρο 3 των νομοθετημάτων και αφορούν ουσιαστικά αφ’ ενός πιστοποιητικά μη υπαγωγής των οφειλετών σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης αν είναι νομικά πρόσωπα ή ρύθμισης βάσει του νόμου για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά αν είναι φυσικά πρόσωπα, αφ’ ετέρου δε την οικονομική και περιουσιακή κατάστασή τους. Πέραν αυτών που εκτίθενται, το Κ.Ε.Α.Ο. ή το Δημόσιο μπορούν να ζητήσουν επιπρόσθετα. Αν διαπιστωθεί έλλειψη ή ανακρίβεια, τάσσεται προθεσμία έως 10 ημερών για διόρθωση ή συμπλήρωσή τους.
Για τη διαμόρφωση της πρότασης προς τον οφειλέτη, λαμβάνεται υπ’ όψη το εισόδημά του και η αξία των περιουσιακών του στοιχείων, κινητών και ακινήτων. Για το σκοπό αυτό, ως προς τα ακίνητα, απαιτείται προσκόμιση έκθεσης εκτιμητή ακινήτων αν η οφειλή υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ ή, άλλως, της τελευταίας δήλωσης ΕΝ.Φ.Ι.Α. Για τα κινητά, αν σχετίζονται με την επιχειρηματική δραστηριότητα του οφειλέτη, απαιτείται προσκόμιση πρόσφατης έκθεσης οικονομολόγου, ενώ αν δεν σχετίζονται, λαμβάνεται υπ’ όψη η αξία που αναγράφεται στην αίτηση του οφειλέτη. Το δε εισόδημα εκτιμάται, για τα νομικά πρόσωπα, βάσει του μεγαλύτερου μεταξύ του μέσου όρου των κερδών προ φόρων, τόκων κι αποσβέσεων της τελευταίας τριετίας και του έτους πριν από την υποβολή της αίτησης. Για τα φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική δραστηριότητα ισχύει το ίδιο, αλλά με προσαύξηση κατά το μέσο όρο των εσόδων από άλλες πηγές.
Ο προσδιορισμός της πρότασης είναι τυποποιημένος και περιγράφεται στα άρθρα 4 και επόμενα των νομοθετημάτων. Αν η οφειλή δεν υπερβαίνει τα 3.000 ευρώ, δεν διαγράφεται κανένα ποσό και οι δόσεις, που ελάχιστο ποσό της καθεμίας είναι τα 50 ευρώ, δεν υπερβαίνουν τις 36 συνολικά. Αν η οφειλή είναι ανώτερη των 3.000, δεν υπερβαίνει όμως τις 20.000, τότε διαγράφονται το 85% των προσαυξήσεων και των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, και οι δόσεις, μέγιστος αριθμός των οποίων είναι οι 120, επίσης δεν μπορούν να είναι χαμηλότερες των 50 ευρώ. Αν η οφειλή υπερβαίνει τις 20.000, ρύθμιση γίνεται μόνον εφόσον το εισόδημα, όπως προσδιορίστηκε ως άνω, δεν είναι οκταπλάσιο (ή μεγαλύτερο) του χρέους. Για τους σκοπούς της ρύθμισης, διαγράφεται το 85% των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής (και το 95% των προστίμων από τη Φορολογική Αρχή), ενώ οι δόσεις και πάλι μπορούν να είναι μέχρι 120, με ελάχιστο ποσό δόσης τα 50 ευρώ. Αυτά ισχύουν το πρώτον για τους έχοντες πτωχευτική ικανότητα, κι αναλογικά για τους μη επιτηδευματίες.
Εάν το Δημόσιο ή το Κ.Ε.Α.Ο. έχει δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας ο οφειλέτης δεν κρίνεται βιώσιμος, δεν προτείνεται ρύθμιση. Επίσης δεν προτείνεται ρύθμιση αν η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη υπερβαίνει το εικοσαπενταπλάσιο της συνολικής οφειλής. Η διαγραφή που είναι δυνατό να γίνει έχει ως προϋπόθεση να αποπληρωθεί η ρυθμιζόμενη οφειλή ολοσχερώς (αναβλητική αίρεση). Για να θεωρηθεί ότι ο οφειλέτης έχει υπαχθεί στη ρύθμιση, πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός 5 ημερών από την αποδοχή της πρότασης για τη ρύθμιση από τον αιτούντα. Με την υπαγωγή, παύουν να υπολογίζονται οι τόκοι και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ενώ χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας. Τυχόν σχετικές με τις οφειλές ποινικές διώξεις (αυτές που προβλέπονται στο α.ν. 89/1967 για οφειλές προς τους Φ.Κ.Α. και στο αρ. 25 του ν. 1882/1990 για οφειλές προς το Δημόσιο) αναστέλλονται, όπως άλλωστε αναστέλλεται και η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κατά κινητών και ακινήτων του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν αφορά ληξιπρόθεσμες δόσεις της ρύθμισης. Το Δημόσιο και το Κ.Ε.Α.Ο. έχουν δικαίωμα να συμψηφίζουν απαιτήσεις του οφειλέτη μέχρι το ύψος των οφειλών του, να εγγράφουν υποθήκες σε περιουσιακά του στοιχεία, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη και να κάνουν ελέγχους ακρίβειας των στοιχείων που δήλωσε ο οφειλέτης.
Εάν ο οφειλέτης: α) δεν καταβάλει μερικώς ή ολικώς δόσεις έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε τρεις δόσεις, β) δεν υποβάλει την προβλεπόμενη Αναλυτική Περιοδική Δήλωση μέχρι και 3 μήνες μετά την παρέλευση της προθεσμίας της ή γ) παραλείψει να τακτοποιήσει νέες οφειλές του προς το Κ.Ε.Α.Ο. ή το Δημόσιο, βεβαιωμένες μετά την 31η Δεκεμβρίου του 2016 εντός 90 ημερών από την υπαγωγή του στη ρύθμιση ή εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους, τότε εκπίπτει της ρύθμισης και το σύνολο της οφειλής που μένει ανεξόφλητο καθίσταται αυτομάτως ληξιπρόθεσμο.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ημερομηνία έναρξης της δυνατότητας υποβολής των σχετικών αιτήσεων στο Κ.Ε.Α.Ο. είναι αυτή της δημοσίευσης της Κ.Υ.Α., δηλαδή η 29η Δεκεμβρίου του 2017, ενώ προς το Δημόσιο ορίζεται η 1η Φεβρουαρίου του 2018.
Για περισσότερες πληροφορίες και προσωπικό ραντεβού με εξειδικευμένο δικηγόρο με σκοπό τη ρύθμιση οφειλών και την αποφυγή πλειστηριασμών και πτωχεύσεων επικοινωνήστε στα τηλ 210 8811903, 6932455478.