ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΙ Η ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΑ;
ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ ΜΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΔΙΑΓΡΑΦΕΣ
Η εξωδικαστική διαπραγμάτευση αποτελεί συχνά την πιο γρήγορη και ανώδυνη διαδικασία διευθέτησης του ιδιωτικού χρέους, καθώς, εφ’ όσον διενεργείται από έμπειρους κι εξειδικευμένους σε αυτήν νομικούς συμπαραστάτες, δύναται να οδηγήσει σε μία συμφέρουσα και βιώσιμη για τον οφειλέτη ρύθμιση των οφειλών του με πολύ μεγαλύτερες διαγραφές από αυτές που καταφέρνει κάποιος άπειρος και μη ενημερωμένος δανειολήπτης. Παρά ταύτα, συμβαίνει κάποιες φορές, τόσο λόγω της ούτως ή άλλως επιθετικής διάθεσης των πιστωτών (ιδίως των fund) ή και, ενδεχομένως κι επί παραδείγματι, της αμφισβήτησης εκ μέρους του οφειλέτη του ύψους της οφειλής του, όπου η διαδικασία της εξωδικαστικής διαπραγμάτευσης δεν είναι εφικτό να καρποφορήσει και να ευοδωθεί. Σε αυτήν την περίπτωση, αναρωτιέται κανείς εάν η προηγηθείσα διαδικασία υπήρξε ουσιαστικά ανώφελη για τον οφειλέτη, ιδίως εάν κινήθηκε δικαστική διαδικασία εναντίον του.
Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι.
Η διαδικασία της διαπραγμάτευσης, εφ’ όσον διενεργείται με καλή πίστη και διαφάνεια εκ μέρους του οφειλέτη, δύναται να αποτελέσει ένα ισχυρό «χαρτί» στη δικαστική διαδικασία του οφειλέτη. Ειδικότερα, η προσπάθεια, εκ μέρους του δανειολήπτη, να ρυθμίσει τις οφειλές του, η αποστολή εκ μέρους του όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών εγγράφων στην πιστώτριά του, εφ’ όσον αποδεικνύεται, είναι δυνατόν να οδηγήσει το Δικαστήριο στην κρίση ότι η πιστώτριά του (ή το fund) κινήθηκε άκρως καταχρηστικώς, εάν αυτή, για οποιονδήποτε λόγο, επέλεξε να κωφεύσει απέναντι στις προσπάθειές του και να τις αγνοήσει, δίχως να ανοίξει ουσιαστικό (ή και καθόλου) διάλογο, επιλέγοντας τη δικαστική οδό ως μονόδρομο. ιδίως εν μέσω των συνομιλιών διαπραγμάτευσης.
Πράγματι, υπάρχει ισχυρό νομολογιακό ρεύμα, όπου αναγνωρίζουν αποφάσεις δικαστηρίων ότι ενώ εκ μέρους του οφειλέτη έγιναν όλες οι προσπάθειες για τη ρύθμιση των οφειλών του ή και ότι συνεχίζονταν μέχρι του σημείου τούτου, η επιλογή της δικαστικής οδού από την πιστώτρια γίνεται καταχρηστικά, με αποτέλεσμα να ακυρώνεται η δίκη υπέρ του οφειλέτη. Αυτό έχει αναγνωριστεί τόσο σε δίκες ανακοπής που αφορούν την έκδοση διαταγών πληρωμής όσο και σε δίκες που αφορούν την εκτέλεση, δηλαδή την προσπάθεια εκπλειστηρίασης ακινήτου του οφειλέτη. Στις τελευταίες περιπτώσεις μάλιστα, ορισμένες αποφάσεις δικαστηρίων διαγιγνώσκουν καταχρηστικότητα κι όταν υπάρχει, π.χ., δυσαναλογία μεταξύ της απαίτησης και της αξίας του ακινήτου.
Φυσικά, δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι κάθε υπόθεση κρίνεται, όπως λέγεται στα νομικά, in concreto, δηλαδή εξετάζεται η κάθε υπόθεση με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες και περιστάσεις που την χαρακτηρίζουν. Άλλωστε, η έννοια της «καταχρηστικότητας» είναι γενική και πρέπει να εξειδικεύεται κάθε φορά σε κάθε υπόθεση.
Για τους λόγους αυτούς, πρέπει να γίνουν δύο πολύ σημαντικές επισημάνσεις:
Πρώτον, η διαδικασία της διαπραγμάτευσης πρέπει να λαμβάνει κατά το δυνατόν τον πιο επίσημο κι έγγραφο τύπο, ώστε να είναι εφικτή η απόδειξη της διενέργειάς της μέσω της προσκόμισης δικαιολογητικών (σχετικών) εγγράφων ενώπιον του εκάστοτε δικαστηρίου. Είναι προφανές ότι ο προφορικός χαρακτήρας της διαπραγμάτευσης, όσο κι αν φαινομενικά προωθεί την υπόθεση του εκάστοτε δανειολήπτη, δεν δύναται να αποδειχθεί ευχερώς (ή και καθόλου) ενώπιον της Δικαιοσύνης, ενώ ταυτόχρονα δεν διασώζει και από το ότι ο πιστωτής συχνά παίζει παιχνίδι «ψαρεύοντας» τις δυνατότητες του οφειλέτη και διαρκώς ανεβάζει τα αιτούμενα από αυτόν ποσά…
Δεύτερον, η εξατομίκευση του όρου της «καταχρηστικότητας» είναι ένα νομικό έργο εξαιρετικά σύνθετο και προσεγμένο, ώστε σε κάθε περίπτωση, ο νομικός που χειρίζεται την υπόθεση θα πρέπει να έχει την εμπειρία και την εξειδίκευση στο αντικείμενο (εκτός από το υλικό) για να την επιχειρήσει με τον πλέον προσεκτικό και υπεύθυνο τρόπο.
Καταληκτικά, η εξωδικαστική διαπραγμάτευση δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ως μία μικρής σημασίας για τον οφειλέτη κι ως εκ τούτου διεκπεραιωτική διαδικασία, αλλά ο χειρισμός της ευθύς εξαρχής θα πρέπει να διενεργείται με τον πλέον υπεύθυνο τρόπο, έτσι ώστε, ακόμη κι εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν καρποφορήσει, να μπορεί σε δεύτερο χρόνο να «εργαλειοποιηθεί» και να προσφέρει ουσιαστικά «ανταλλάγματα» στον οφειλέτη – δανειολήπτη, στην προσπάθειά του να αμυνθεί από τις διωκτικές διαθέσεις των πιστωτών του.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο – διαμεσολαβητή για διάσωση περιουσίας και ρύθμιση οφειλών στα τηλ: 210 8811903, 6932455478.