Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, όλων των ειδών οι διαθήκες (δημόσια, ιδιόγραφη, μυστική) μπορούν να δημοσιευθούν και μάλιστα κρίνεται σκόπιμο να συμβαίνει αυτό, για να εξυπηρετούνται αμεσότερα τα συμφέροντα των κληρονόμων, αλλά και για να τακτοποιούνται ζητήματα ασφάλειας των συναλλαγών (γνωρίζοντας σε ποιον έχει περιέλθει ένα ακίνητο ή τα χρέη του διαθέτη μετά το θάνατό του).
Ωστόσο, «κυρία» μπορεί να κηρυχθεί μόνο η ιδιόγραφη, καθώς με τη διαδικασία αυτή επιδιώκεται η αναγνώριση της ιδιόγραφης διαθήκης ως γνήσιας, δηλαδή ότι έχει γραφτεί, χρονολογηθεί και υπογραφεί αυτή από το χέρι του διαθέτη. Με τη διαδικασία αυτή επιτυγχάνεται η ενίσχυση της διαθήκης με τη δημιουργία τεκμηρίου γνησιότητας, αν επί πέντε έτη από τη δημοσίευσή της δεν αμφισβητηθεί η γνησιότητά της σε δίκη ανάμεσα σε κάποιον απ’ αυτούς που αντλούν δικαιώματα απ’ αυτήν και κάποιον απ’ αυτούς που βλάπτονται από την ύπαρξή της. Αντιθέτως, στις περιπτώσεις της δημόσιας και της μυστικής διαθήκης, αρκεί η δημοσίευση της διαθήκης –κι όχι η κήρυξή της ως κυρίας- λόγω της σύμπραξης συμβολαιογράφου (στην μεν πρώτη περίπτωση, συντάσσεται από εκείνον, στη δε δεύτερη περίπτωση, εγχειρίζεται σε αυτόν το έγγραφο που αποτελεί τη διαθήκη κι εκείνος το σφραγίζει και συντάσσει σχετική πράξη), καθώς και μαρτύρων καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, οι οποίοι βεβαιώνουν την ταυτότητα του διαθέτη που υπογράφει.
Σύμφωνα με το άρθρο 808 παρ. 3 ΚΠολΔ, η κήρυξη ιδιόγραφης διαθήκης ως κυρίας γίνεται με πράξη του αρμόδιου για τη δημοσίευσή της ειρηνοδίκη, εφόσον πιθανολογηθεί γνησιότητα της γραφής και της υπογραφής του διαθέτη. Για τον σκοπό αυτό απαιτείται η εξέταση ενός ή δύο μαρτύρων, ανάλογα το δικαστήριο, που θα βεβαιώσουν τη γνησιότητα της γραφής του διαθέτη και την συγγενική σχέση του διαθέτη και του τιμώμενου προσώπου (αυτού που αναφέρεται ως κληρονόμος στη διαθήκη). Όταν όμως με ιδιόγραφη διαθήκη ορίζεται αποκλειστικά κληρονόμος πρόσωπο που δεν είναι σύζυγος του διαθέτη ή δεν έχει με τον διαθέτη συγγενική σχέση τουλάχιστον τέταρτου βαθμού, διατάσσεται γραφολογική πραγματογνωμοσύνη προκειμένου να αποδειχθεί η γνησιότητα της γραφής και της υπογραφής του διαθέτη. Στην περίπτωση αυτή καλείται υποχρεωτικά, εξήντα (60) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, το Ελληνικό Δημόσιο, διότι σε περίπτωση ακύρωσης της διαθήκης, εφαρμόζονται οι διατάξεις για την εξ αδιαθέτου διαδοχή, ελλείψει δε συγγενών που καλούνται εκ του νόμου ή συζύγου, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος καλείται το Δημόσιο.
Αν διαταχθεί γραφολογική πραγματογνωμοσύνη, αναβάλλεται η έκδοση οριστικής απόφασης και ορίζεται πραγματογνώμονας, ο οποίος αφού ορκιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου σε ημέρα και ώρα που θα ορισθεί, θα προβεί σε διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, λαμβάνοντας υπόψη έγγραφα της δικογραφίας και, δη, την ιδιόγραφη διαθήκη, και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχει γραφεί και υπογραφεί, σε ανύποπτο χρόνο, από τον ανωτέρω αποβιώσαντα, προκειμένου να γνωμοδοτήσει, για το αν η ιδιόγραφη διαθήκη έχει συνταχθεί και υπογραφεί από τον διαθέτη. Η γνωμοδότηση πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη και να σαφής, κατατίθεται δε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, εντός ορισθείσας προθεσμίας, για να προχωρήσει η δίκη και να κηρυχθεί (ή όχι) η διαθήκη ως κυρία.
Το δικηγορικό μας γραφείο έχει τεράστια εμπειρία σε ζητήματα κληρονομικού δικαίου και είναι σε θέση να καλύψει ζητήματα αποποίησης και αποδοχής, με μεγάλη ταχύτητα, στη βάση των εξαιρετικά σύντομων προθεσμιών που τάσσει ο νόμος.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο στα τηλ: 210 8811903 και 6932455478.