Νέα εγκύκλιος ερμηνευτική της παραγραφής
Σε προηγούμενο άρθρο είχε γίνει αναφορά σε ζήτημα που στην παρούσα χρονική συγκυρία έχει τραβήξει την προσοχή όχι μόνον των Ελλήνων νομικών, αλλά και του συνόλου των Ελλήνων πολιτών, ως προς τις παραγραφές των φορολογικών χρήσεων, ιδίως μετά τις υπ’ αριθμ. 2934 και 2935/2017 αποφάσεις του ΣτΕ. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην έννοια των συμπληρωματικών στοιχείων (κατά το άρθρο 68 παρ. 2, περ. α΄ του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος) και στο κατά πόσο αυτά μπορούν να θεωρηθούν «νέα» ή «παλαιά», ώστε εν συνεχεία να κριθεί αν ο εξεταζόμενος φορολογικός έλεγχος έχει παραγραφεί ή όχι. Σε περαιτέρω διευκρινίσεις του ζητήματος αυτού προβαίνει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων με εγκύκλιό της και, συγκεκριμένα την υπ’ αριθμ. 1194/5.12.2017 πολυγραφημένη εγκύκλιο (ΠΟΛ.).
Η εγκύκλιος αναγνωρίζει το πρώτον ότι, κατά την πρόσφατη νομολογία του ΣτΕ, επιτρέπεται η έκδοση πράξης καταλογισμού φόρου (και πρόσθετου) εντός δεκαετίας (αντί πενταετίας) από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης, εάν περιέλθουν στη γνώση της Διοίκησης συμπληρωματικά στοιχεία, που αφορούν μη δηλωθέντα αλλά φορολογητέα εισοδήματα, τα οποία η Διοίκηση δικαιολογημένα αγνοούσε κατά την αρχική πενταετία. Το ΣτΕ όμως έθεσε ένα όριο στην αυθαίρετη κρίση της Διοίκησης περί «νέων» συμπληρωματικών στοιχείων, κρίνοντας ότι «νέα» δεν θεωρούνται τα στοιχεία που εντός της πενταετίας περιήλθαν στη γνώση της φορολογικής αρχής αλλά είτε αγνοήθηκαν είτε δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη, ούτε και αυτά για τα οποία η φορολογική αρχή όφειλε να είχε λάβει γνώση αλλά δεν επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια, λαμβάνοντας τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου κι έρευνας. Τέτοια τακτικά μέτρα είναι ο έλεγχος των δηλώσεων εισοδημάτων και του υπολοίπου κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών. Αυτά τα στοιχεία, επομένως, δεν μπορούν να θεωρηθούν συμπληρωματικά στοιχεία, ώστε να επιμηκυνθεί ο χρόνος παραγραφής.
Αντίθετα, πληροφορίες που περιέρχονται στη γνώση της φορολογικής αρχής από την αλλοδαπή, όπως χρηματοοικονομικά προϊόντα, κινητές αξίες, τραπεζικές κινήσεις κ.α., συνιστούν συμπληρωματικά στοιχεία, εφόσον η Διοίκηση α) δεν θα μπορούσε να έχει δικαιολογημένα υπόψη της κατά την αρχική πενταετία και β) να διαπιστωθεί από τον έλεγχο μη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη. Αυτό σημαίνει όμως ότι πληροφορία από την αλλοδαπή η οποία περιέρχεται σε γνώση της φορολογικής αρχής μέσω της επεξεργασίας του ημεδαπού τραπεζικού λογαριασμού (επί παραδείγματι αν ο τραπεζικός λογαριασμός της αλλοδαπής τροφοδοτείται από ημεδαπούς λογαριασμούς ή το ανάστροφο, μέσω εμβάσματος), δεν είναι συμπληρωματικό στοιχείο και δεν μπορεί να παραταθεί η πενταετία εξ αυτού του λόγου.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία έτη η πενταετής προθεσμία ελέγχου παρατεινόταν ανεξέλεγκτα και αυθαίρετα από τη Φορολογική Διοίκηση, που αδιάκριτα έκρινε ως συμπληρωματικά στοιχεία πληροφορίες που περιέρχονταν στη γνώση της από ελέγχους που όφειλε να είχε κάνει εντός πενταετίας, αλλά είτε τους διενεργούσε πλημμελώς είτε παρέλειπε να τους κάνει εμπρόθεσμα. Η εν λόγω εγκύκλιος, που επιβεβαιώνει την πρόσφατη νομολογία του ΣτΕ, επισημαίνει ουσιαστικά ότι δεν είναι «νέα» τα στοιχεία που η Διοίκηση όφειλε να είχε ήδη λάβει υπόψη αλλά είτε αμέλησε να κάνει τους απαιτούμενους ελέγχους είτε, ενώ είχε κάνει τον έλεγχο, εκτίμησε πλημμελώς τις πληροφορίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις επέρχεται παραγραφή κανονικά εντός της πενταετίας κι δεν υπάρχει παράταση σε δεκαετία για επιβολή πράξης καταλογισμού φόρου.
Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο στα τηλ: 210 8811903, 210 8251894 και 6932 455478.