RSS

Απάτη-υπεξαίρεση

10 Νοέ.

Ενδιαφέρον θέμα Ποινικού Δικαίου θίγει η υπ’ αριθμ. 3861/2016 απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών (ΣυμβΠλημΑθ), αναφορικά με ζήτημα συρροής του εγκλήματος της απάτης (αρ. 386 Π.Κ.) και της υπεξαίρεσης (αρ. 375 Π.Κ.), και ιδίως με το είδος της συρροής αυτής.

Ουσιαστικά, το θέμα που εγείρεται αφορά το πραγματικό όπου ο δράστης, καθώς τελεί την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της απάτης («Όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων…»), έχοντας ήδη την πρόθεση προς τούτο, προβαίνει στην παράνομη ιδιοποίηση του περιουσιακού αντικειμένου. Δεδομένου ότι τελούνται ουσιαστικά δύο εγκλήματα, τίθεται ζήτημα συρροής μεταξύ τους. Κατά την κρίση του ΣυμβΠλημΑθ, καθώς και κατά την κρατούσα (νομολογιακή και θεωρητική) γνώμη, η συρροή που δημιουργείται είναι φαινομενική πραγματική, διότι η απαξία της ιδιοποίησης έχει ήδη συνυπολογισθεί στην ποινή της απάτης και η ιδιοποίηση συνιστά την πραγμάτωση του εγκληματικού σκοπού. Αυτό σημαίνει ότι η ποινή της απάτης θα απορροφήσει αυτήν της υπεξαίρεσης, αφού η τελευταία θα θεωρηθεί ύστερη συντιμωρητή πράξη.

Τι γίνεται όμως στο ενδεχόμενο που το Συμβούλιο κρίνει ότι οι συνθήκες της απάτης τελικά δεν συντρέχουν; Είναι δυνατόν να παραπεμφθεί ο κατηγορούμενος για υπεξαίρεση ή θα συνιστά αυτό μεταβολή της κατηγορίας, το οποίο, κατά το άρθρο 171 παράγραφος 1 του Κ.Π.Δ. οδηγεί σε απόλυτη ακυρότητα τη διαδικασία; Κατά τη γνώμη που διατυπώνεται στην παρούσα απόφαση, για να αναβιώσει η υπεξαίρεση που απορροφήθηκε και να αποτελέσει ποινική βάση της δίωξης, πρέπει στο κατηγορητήριο να εξειδικεύονται τα πραγματικά περιστατικά της υπεξαίρεσης, έστω κι αν δεν είχε ασκηθεί ρητώς ποινική δίωξη για αυτήν. Έπειτα ελέγχεται ο χρόνος της φερόμενης πράξης της υπεξαίρεσης, διότι για να είναι η αναβίωση δυνατή, δεν πρέπει να έχει επέλθει κάποια περίσταση που αποκλείει τον αξιόποινο χαρακτήρα της πράξης, όπως εν προκειμένω η παραγραφή. Στην περίπτωση που εξέτασε το Συμβούλιο είχε επέλθει για ορισμένους από τους κατηγορούμενους, με συνέπεια να παύσει η ποινική τους δίωξη, η παραγραφή για την απάτη, ενώ για άλλους, οι οποίοι τέλεσαν το αδίκημα της υπεξαίρεσης αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από εντολοδόχο, έγινε δεκτή η παραπομπή τους.

Επομένως, όταν συντρέχει περίπτωση απάτης και υπεξαίρεσης, μεταξύ των δύο εγκλημάτων δημιουργείται σχέση συρροής, φαινομενικής πραγματικής, οπότε η ποινή της υπεξαίρεσης απορροφάται από αυτήν της απάτης, αφού η υπεξαίρεση κρίνεται ύστερη συντιμωρητή πράξη της απάτης.

Εάν, όμως, για οποιονδήποτε λόγο κριθεί ότι το αξιόποινο της απάτης έχει εξαλειφθεί (π.χ. λόγω παραγραφής), μπορεί να αναβιώσει το έγκλημα της υπεξαίρεσης. Εφ’ όσον δε στο κατηγορητήριο γίνεται αναφορά στα αναγκαία κατά το νόμο περιστατικά που θεμελιώνουν το έγκλημα της υπεξαίρεσης, έστω κι αν δεν έγινε το πρώτον ρητή παραπομπή για αυτό (του κατηγορούμενου), δεν μπορεί να τεθεί και ζήτημα μεταβολής της κατηγορίας κι ο κατηγορούμενος μπορεί κανονικά να παραπεμφθεί.

Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο στα τηλ: 210 8811903, 210 8251894, 6932455478.

 

 
Σχολιάστε

Posted by στο 10/11/2017 σε Ποινικο

 

Ετικέτες: , , , , ,

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

 
Αρέσει σε %d bloggers: